(του Αθανάσιου Τσακνάκη)
Ήταν ένα ήρεμο και ηλιόλουστο καλοκαιριάτικο μεσημέρι. Σε μία από τις απολαυστικές παραλίες τής Νάξου, ξαπλωμένος με άνεση επάνω σε έναν απότομο αλλά φιλόξενο βράχο, μισοκοιμόταν, ναρκωμένος από την γλυκιά ζέστη, ο γιγαντόσωμος και ρωμαλέος θεός Ποσειδώνας. Η θαλασσινή αύρα χάιδευε απαλά τα πυκνά, σγουρά, κατάμαυρα μαλλιά και το δασύτριχο, μακρύ μουστάκι του. Το κύμα, που άφριζε χτυπώντας άτακτα την ρίζα τού βράχου, δρόσιζε ευχάριστα το πέτρινο στρώμα τού θεού. Στο γλαυκό βάθος τού τοπίου, κάπου κοντά στον απροσμέτρητο ορίζοντα, μία πολυάριθμη συντροφιά από χαριτωμένα δελφίνια έπαιζε ξένοιαστα επάνω και κάτω από την επιφάνεια τού αλμυρού νερού. Τα πάντα χαίρονταν το αθάνατο φως που ο θεός Απόλλωνας σκόρπιζε απλόχερα επάνω στην πατρίδα του.
Έξαφνα, η μεσημεριάτικη ησυχία ταράχτηκε από χαρούμενους θορύβους. Μία ζωηρή ομάδα από μισόγυμνα, γοητευτικά κορίτσια, που φορούσαν πολύχρωμα στεφάνια στα μαλλιά τους, είχε κατεβεί στην κοντινή αμμουδιά και γέμιζε τον αέρα με γλυκά τραγούδια, έξυπνα πειράγματα και διασκεδαστικές φλυαρίες. Ανάμεσά τους ξεχώριζε μία πραγματική καλλονή, που έλαμπε σαν τις ακτίνες τού ήλιου: ήταν η θεϊκή Αμφιτρίτη, η θελκτική κόρη τού άρχοντα Νηρέα και τής νύμφης Δωρίδας. Ψηλή και καλλίγραμμη, κομψή και ελκυστική, με μακριά μαύρα μαλλιά και ρόδινο πρόσωπο, μάτια καταπράσινα και χείλη κόκκινα, με τρυφερό χαμόγελο και με τρόπους όλο χάρη και ευγένεια, η ζηλευτή αρχοντοπούλα τάραξε όχι μόνον τον ύπνο, αλλά και την καρδιά τού θεού Ποσειδώνα.
Ο έρωτας, λοιπόν, ήταν κεραυνοβόλος και ο πανώριος θεός πλησίασε αμέσως την Αμφιτρίτη, εκδηλώνοντας με ενθουσιασμό το ακατάβλητο πάθος του και φανερώνοντας με θέρμη τις θυελλώδεις προθέσεις του. Η κόρη τού Νηρέα κολακεύτηκε από το φλογερό πλησίασμα τού θεού και γοητεύτηκε από το απαράμιλλο παράστημα του, αλλά προτίμησε να χαριεντιστεί – έστω για λίγο – μαζί του και να μην του παραδοθεί ευθύς εξαρχής. Με μία απότομη και επιδέξια κίνηση απέφυγε το επιθετικό αγκάλιασμα τού Ποσειδώνα, έτρεξε, γελώντας δυνατά, προς την φιλόστοργη θάλασσα και ρίχτηκε με περίσσεια χάρη μέσα στο απέραντο γαλάζιο. Ο ερωτευμένος θεός δεν άργησε να την ακολουθήσει, ενώ οι νεαρές φίλες τής Αμφιτρίτης παρακολουθούσαν άφωνες και θαμπωμένες το θαρραλέο, αισθησιακό παιχνίδισμα.
Κολυμπώντας με αξιοθαύμαστη ικανότητα και ασύγκριτη ταχύτητα, η επιτήδεια νέα καταδύθηκε εύκολα μέχρι τον βυθό – που τόσο πολύ αγαπούσε και τόσο καλά γνώριζε – αφού προσπέρασε υφάλους και ξέρες, και άφησε πίσω της μυστηριώδη υποβρύχια σπήλαια και παράξενες θαλάσσιες κρυψώνες. Τα ευέλικτα ψάρια και τ’ αργοσάλευτα υδρόβια φυτά, οι εκκεντρικοί αχινοί, οι ράθυμοι αστερίες, οι στοχαστικοί ιππόκαμποι και τα ευκίνητα κήτη αναγνώριζαν και καλωσόριζαν την Αμφιτρίτη, αλλά δεν παρέλειπαν να χαιρετίσουν με σεβασμό και τον κυρίαρχο τού αλμυρού κόσμου τους, τον άρχοντα και θεό Ποσειδώνα, που την καταδίωκε παθιασμένα και τελικά δεν κατόρθωσε να την προφτάσει.
Έτσι, μόλις διαπίστωσε ότι είχε πλέον χάσει εντελώς τα ίχνη τής δεινής κολυμβήτριας, ο Ποσειδώνας απογοητεύτηκε από τον εαυτό του και αναδύθηκε στην επιφάνεια τού νερού ξεφυσώντας δυνατά. Δεν του ήταν καθόλου εύκολο να παραδεχτεί ότι, μέσα στο ίδιο το βασίλειό του, μέσα στο απόλυτα δικό του περιβάλλον, είχε ηττηθεί από εκείνη την εξαίσια ύπαρξη. Καθώς έστρεφε εναγωνίως το κεφάλι του δεξιά και αριστερά, ελπίζοντας να δει και την Αμφιτρίτη να αναδύεται κάπου εκεί κοντά, ένα πανέξυπνο, μικρό δελφίνι τον πλησίασε και του ένευσε να το ακολουθήσει. Ο ατρόμητος θεός κατάλαβε ότι δεν είχε χάσει το παιχνίδι...
Με οδηγό του το χαρισματικό θηλαστικό, ο Ποσειδώνας ξαναβυθίστηκε πρόθυμα στην θάλασσα. Η δεύτερη αναζήτηση δεν κράτησε πολλή ώρα και έφερε γρήγορα το επιθυμητό αποτέλεσμα. Το δελφινάκι, μετά από δυο-τρία μακροβούτια και πέντε-έξι υποβρύχιους ελιγμούς, έφερε τον θεό μπροστά σε ένα παλιό ναυάγιο, κολλημένο στον θαλάσσιο πυθμένα, καλυμμένο από πράσινα και βαθυγάλανα φύκια, στολισμένο με αποικίες μυδιών, στρειδιών και πεταλίδων. Μέσα στο μισοσαπισμένο κύτος τού κατεστραμμένου πλοίου, κρυμμένη πίσω από ένα δρύινο κιβώτιο όπου φώλιαζε ένα ζευγάρι χταποδιών, χαμογελούσε πονηρά η ποθητή Αμφιτρίτη. Ο Ποσειδώνας την έκλεισε μεθυστικά στην πλατιά αγκάλη του και την έκανε δική του. Την ίδια στιγμή, επάνω στον νυχτερινό ουράνιο θόλο, εμφανίστηκε για πρώτη φορά ο αστερισμός τού δελφινιού, ως ένδειξη τής μεγάλης ευγνωμοσύνης τού θεού προς τον ταλαντούχο οδηγό του.
Από την ιερή ένωση τού Ποσειδώνα με την Αμφιτρίτη γεννήθηκαν τρία υπέροχα και υγιέστατα παιδιά: ο κρατερός Τρίτωνας, η καλλίμορφη Ρόδος και η σαγηνευτική Βενθεσικύμη. Οι δύο αγαπημένοι γονείς τους τα φρόντισαν με ιδιαίτερη στοργή και τα ανέθρεψαν με σπάνια επιμέλεια, διδάσκοντας τους όλα τα μυστήρια και εξηγώντας τους όλα τα θαύματα τού δυσεξιχνίαστου υδάτινου κόσμου, τού οποίου έγιναν πολύτιμοι προστάτες, σοφοί επιστάτες και άγρυπνοι φρουροί.
Βέβαια, για να λέμε την αλήθεια, οι ερωτικές περιπέτειες τού θεού Ποσειδώνα δεν σταμάτησαν ποτέ. Λέγεται ότι όταν του τύχαινε να ξελογιαστεί με καμία προικισμένη νύμφη ή θνητή, η Αμφιτρίτη δεν έδινε σημασία, δεν θύμωνε και δεν ζήλευε ποτέ, επειδή ήξερε πολύ καλά ότι – αργά ή γρήγορα – ο ερωτύλος άνδρας της θα επέστρεφε κοντά στην οικογένειά του. Και για να επιμένουν σ’ αυτό οι αρχαίοι μυθογράφοι, κάτι παραπάνω από εμάς θα ξέρουν. Και εκείνοι, και ο Ποσειδώνας, και η Αμφιτρίτη...
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου